Ποιες είναι οι δυσκολίες που συναντά ένα παιδί
με Διαχυτη Αναπτυξιακη Διαταραχη στο γενικό σχολείο;
Πλέον αναφερόμαστε στα παιδιά
με Διαταραχή Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) που έχει αντικαταστήσει τον όρο Διάχυτη Αναπτυξιακή
Διαταραχή.
Τα παιδιά με ΔΑΦ εμφανίζουν πλήθος
δυσκολιών κατά την ένταξή τους στο γενικό σχολείο. Κατά κύριο λόγο υπολείπονται
σε κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες, όπως οι πρωτοβουλίες επικοινωνίας
η συναισθηματική έκφραση και πολλές άλλες συναφείς δυσκολίες. Επιπλέον, το έντονο
άγχος που μπορεί να βιώνουν με τις συνεχείς αλλαγές και την έλλειψη προβλεψιμότητας,
που χαρακτηρίζουν τη σχολική ζωή, εγείρει τάσεις αποφυγής της προσέλευσής τους στο
σχολείο, αλλά και εμμονικές ιδέες στις οποίες τα παιδιά καταφεύγουν για να κατευνάσουν
το άγχος τους. Στην πραγματικότητα, όμως, το άγχος τους εντείνεται και καθιστά πολύ
δύσκολη την προσαρμογή τους στο σχολείο. Συνήθεις είναι και οι δυσκολίες σε θέματα
διαχείρισης της συμπεριφοράς, όπως η αναστολή παρορμήσεων, η συγκέντρωσή τους για
μακρά χρονικά διαστήματα στο μάθημα κ.ά.
Σε επίπεδο μαθησιακών επιδόσεων,
όταν η ΔΑΦ συνοδεύεται από νοητική υστέρηση (στο 50% περίπου των παιδιών με διάγνωση
ΔΑΦ), τότε σημειώνονται σοβαρά ελλείμματα στη σχολική τους επίδοση. Ακόμη, όμως,
και τα παιδιά με ΔΑΦ, τα οποία έχουν δείκτη νοημοσύνης εντός της φυσιολογικής διακύμανσης,
συνήθως εμφανίζουν ποικίλα μαθησιακά προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με τις δυσκολίες
των παιδιών με ΔΑΦ σε δύο κυρίως τομείς: στη Θεωρία του Νου και στις Επιτελικές
Λειτουργίες.
Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο του σχολικού
εκφοβισμού με θύματα τα παιδια με ΔΑΦ στο γενικό σχολείο. Πώς θα μπορούσαμε να το
περιορίσουμε;
Ο μόνος τρόπος για να περιοριστούν
τα κρούσματα σχολικού εκφοβισμού, όπως έχει καταδειχθεί από πλήθος ερευνών, είναι
μια συστημική, ολιστική προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει όλα τα μέλη της σχολικής
κοινότητας, από τη Διεύθυνση του σχολείου μέχρι και τον σχολικό φύλακα. Τα φαινόμενα
βίας στα σχολεία βαίνουν αυξανόμενα, όσο η εκπαίδευση προάγει την ανταγωνιστικότητα
και όχι τη συνεργατικότητα. Συνεπώς, χρειάζονται ριζικές αλλαγές στη σχολική κοινότητα,
προκειμένου να περιστείλουμε τη βία και τον εκφοβισμό εντός του σχολείου.
Πότε είναι καλό ένα παιδι με ΔΑΦ να φοιτήσει
σε γενικό σχολείο αντί του ειδικού; Ποια τα κριτήρια αυτής της απόφασης;
Αυτή είναι μια δύσκολη απόφαση
στην οποία υπεισέρχονται πάρα πολλοί παράγοντες. Θα σταθώ όμως σε δύο βασικούς για
την ελληνική πραγματικότητα. Το πρώτο θέμα αφορά στις επιλογές που διαθέτουμε. Με
άλλα λόγια, ποιες είναι οι συνθήκες στο ειδικό σχολείο και ποιες στο γενικό. Πολύ
συχνά, παιδιά τα οποία θα έπρεπε να παραπέμψουμε στο ειδικό σχολείο, επιλέγουμε
να φοιτήσουν στο γενικό, λόγω των συνθηκών που επικρατούν στα ειδικά σχολεία της
πατρίδας μας, όπως η υποστελέχωση, το περιορισμένο ωράριο λειτουργίας, η απόσταση
από τη γειτονιά του παιδιού και πολλά άλλα. Συνεπώς, τίθεται ζήτημα ετοιμότητας
του σχολείου και όχι μόνο του παιδιού.
Ως προς τους παράγοντες που σχετίζονται
με το παιδί, θα πρέπει να τονιστεί ότι στα πρώτα τουλάχιστον βήματα του παιδιού
με ΔΑΦ, όσο καλά προετοιμασμένο και αν είναι για το σχολείο σε γνωστικό επίπεδο,
δεν παύει να έχει πολλές κοινωνικές και συναισθηματικές δυσκολίες που καθιστούν
αναγκαία την παρουσία πολύ καλά εξειδικευμένου συνοδού, ο οποίος θα συνδράμει στα
πρώτα βήματα του παιδιού στη σχολική του ζωή. Αυτή η μορφή συνοδείας είναι καθοριστικής
σημασίας για το παιδί με ΔΑΦ, γιατί το βοηθά στην προσαρμογή του στο σχολείο καθώς
και στην αποφυγή στιγματισμού που συνήθως συνεπάγεται η οποιαδήποτε μορφής διαφορετικότητα.
Εφόσον αυτή η συνοδεία εξασφαλίζεται, βασικά κριτήρια για μια επιτυχή πορεία στην
ένταξη στο γενικό σχολείο είναι: αφενός η χαρά και η ικανοποίηση που λαμβάνει ένα
παιδί από τη φοίτησή του σε αυτό και αφετέρου κατά πόσο οι συνθήκες της συνεκπαίδευσης
ευνοούν μια συνεχώς βελτιούμενη πορεία του παιδιού σε γνωστικό, κοινωνικό και συναισθηματικό
επίπεδο.
Ποιος είναι ο αξονας πάνω στον οποίο χρειαζεται
να συνεργάζονται οι γονείς παιδιου με ΔΑΦ
κι ο δάσκαλος του;
Η συνεργασία αυτή είναι καίριας
σημασίας για το παιδί με ΔΑΦ, το οποίο συνήθως έχει δυσκολίες γενίκευσης και αξιοποίησης
των γνώσεων και των δεξιοτήτων που κατακτά. Το βάρος για μια αμοιβαία ικανοποιητική
σχέση γονέων-εκπαιδευτικών, εναποτίθεται στον εκπαιδευτικό, ο οποίος θα πρέπει να
βασίζει την προσέγγισή του στο συνεργατικό μοντέλο (μοντέλο συνεργασίας γονέα-ειδικού
επί ίσοις όροις) και όχι στο παραδοσιακό μοντέλο, όπου ο εκπαιδευτικός θεωρείτο
αυθεντία και ο γονέας αυτός που θα έπρεπε να ακολουθεί τις οδηγίες του πιστά. Ο
εκπαιδευτικός σαφώς γνωρίζει καλύτερα ζητήματα που άπτονται της ειδικής αγωγής και
εκπαίδευσης, αλλά ο γονέας είναι ειδικότερος όλων σε θέματα που άπτονται των αναγκών
και των δυνατοτήτων του παιδιού του. Συνεπώς, μόνο μια αγαστή συνεργασία εκπαιδευτικών-γονέων
μπορεί να οδηγήσει σε βέλτιστα αποτελέσματα.
Πώς θα μπορούσε ο δάσκαλος της γενικής εκπαίδευσης
να προσαρμόσει την διδασκαλία του μαθήματος έτσι ωστε να συμπεριληφθει σε αυτό με
τον σωστότερο τρόπο ένα παιδι με ΔΑΦ;
Θα πρέπει να είναι πρόθυμος να
άρει πιθανές προκαταλήψεις που μπορεί να έχει για τα παιδιά με ΔΑΦ και τις δυνατότητές
τους. Επίσης, θα πρέπει να δέχεται με ευχαρίστηση την παρουσία ειδικών που θα προτείνουν
λύσεις για τυχόν προβλήματα και δυσκολίες που μπορεί να εμφανίσει το παιδί με ΔΑΦ
στο γενικό σχολείο. Η διαφοροποιημένη διδασκαλία που περιλαμβάνει οπτικοποιημένο
υλικό, αλλά και η έμφαση σε συχνές επαναλήψεις και ασκήσεις εμπέδωσης είναι πολύ
σημαντικές για την εκπαίδευση των μαθητών με ΔΑΦ. Επιπλέον, οι ιδιαίτερες ικανότητες
που μπορεί να έχουν σε τομείς, όπως τα μαθηματικά, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές κ.ά.,
είναι πολύ σημαντικό να αξιοποιηθούν πλήρως, όχι μόνο για να διακριθεί το παιδί
με ΔΑΦ, αλλά και για να ενισχυθεί η αυτό-εικόνα του και τα κίνητρά του για μάθηση
και εξέλιξη.
Υπάρχουν αδυναμίες του παρόντος εκπαιδευτικού
συστήματος ως προς την εφαρμογή των προγραμμάτων κοινωνικής προσαρμογής των παιδιών
με ΔΑΦ στο γενικό σχολείο και ποιές είναι αυτές;
Ο συνδυασμός της υποστελέχωσης
ειδικών στα σχολεία με την έλλειψη μιας πιστοποιημένης εκπαίδευσης στον τομέα του
αυτισμού, συνιστούν τον βασικό άξονα απ’ όπου απορρέουν οι αδυναμίες του παρόντος
εκπαιδευτικού συστήματος. Θα πρέπει αφενός να ξεκινά η σχολική χρονιά με την δυνατότητα
παροχής βοήθειας στο παιδί από συνοδό, ο οποίος θα πρέπει να είναι εξειδικευμένος
στο αυτισμό γενικότερα και ειδικότερα στις πρακτικές τις ένταξης. Μόνο εφόσον τηρηθούν
αυτές οι δύο συνθήκες μπορούμε να συζητάμε για ουσιαστική βοήθεια των παιδιών αυτών
στην ενταξιακή τους πορεία.
Τα παιδια με ΔΑΦ δυσκολεύονται στην δημιουργία
κοινωνικών σχέσεων με καινουρια πρόσωπα . Βάσει αυτού, μήπως θα βοηθουσε κατα τη
διαρκεια της επαναξιολόγησης ή της μέτρησης της νοημοσύνης τους να συνοδεύονται
από καποιο οικείο πρόσωπο ώστε τα αποτελέσματα να είναι περισσότερο έγκυρα;
Απολύτως εύστοχη η παρατήρησή
σας. Είναι συχνά δύσκολο για το παιδί με ΔΑΦ να συνάψει σχέση με ειδικούς τους οποίους
συναντά για πρώτη φορά και χωρίς παιδαγωγική σχέση, δεν θα ανταποκριθεί πλήρως στις
απαιτήσεις μιας αξιολόγησης. Συνεπώς, είναι πολύ σημαντικό, για να έχουμε μια έγκυρη
εκτίμηση των δυνατοτήτων του παιδιού με ΔΑΦ, να παρίσταται οικείο πρόσωπο του παιδιού
καθ’ όλη τη διάρκεια της αξιολόγησής του.
Πότε και με ποιό τρόπο είναι καλό να μιλήσω
σε εφηβο με ΔΑΦ για θέματα σεξουαλικοτητας;
Είναι πολύ σημαντικό η σεξουαλική
αγωγή, με την ευρύτερη έννοια, να ξεκινά όσο γίνεται νωρίτερα. Πριν εισαχθούν θέματα
σεξουαλικής ικανοποίησης, τα οποία είναι πιο ευαίσθητα και απαιτούν και τη συμμετοχή
του γονέα του ίδιου φύλου, θα πρέπει να υπάρχει διεξοδική διδασκαλία σε θέματα προσωπικής
υγιεινής, κοινωνικοποίησης και εγγύτητας με συνομήλικους και με ενήλικες (π.χ. κύκλος
των φίλων) και πολλά άλλα που προηγούνται αυτής καθαυτής της σεξουαλικής αγωγής.
Ως προς την εκπαίδευση σε τρόπους σεξουαλικής ικανοποίησης, δεν θα πρέπει να ξεκινά
πριν αρχίσει το παιδί να εκδηλώνει σαφείς συμπεριφοράς που δηλώνουν ενημερότητα
και ενδιαφέρον για τη σεξουαλική δραστηριοποίηση, όπως η ενασχόληση με τα γεννητικά
όργανα και το ενδιαφέρον για έντυπο ή άλλο υλικό με σεξουαλικό περιεχόμενο. Η έγκριση
και συμμετοχή των γονέων σε προγράμματα σεξουαλικής αγωγής είναι απαραίτητη.
Ευχαριστώ πολύ την κα Γενά για την συνεργασία και την παραχώρηση της συνέντευξης